Βρετανικό αντάρτικο στην ενοποίηση της Ευρώπης

Τα σχέδια για βαθύτερη οικονομική και πολιτική ενοποίηση της ευρωζώνης διχάζουν τις χώρες της ΕΕ εκτός του μπλοκ. Οι σχέσεις ΕΕ-Βρετανίας, οι αντιρρήσεις για τραπεζική ένωση και οι πολιτικές πιέσεις.

Βρετανικό αντάρτικο στην ενοποίηση της Ευρώπης
Εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπάρχει ένας βαθύς οικονομικός και πολιτικός διχασμός μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης και των 10 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκτός νομισματικής ένωσης: της Βρετανίας, της Σουηδίας, της Δανίας, της Λετονίας, της Λιθουανίας, της Πολωνίας, της Τσεχίας, της Ουγγαρίας, της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας.

Μεταξύ των δέκα αυτών χωρών υπάρχουν εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις σε ό,τι αφορά την τραπεζική ένωση και τη γενική πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ευρωζώνης.

Καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση συνεχίζει να προσπαθεί να επιλύσει την κρίση χρέους, οι προσπάθειες για βαθύτερη ενοποίηση των χωρών της ευρωζώνης θα βρίσκονται ψηλά στην ατζέντα της Ε.Ε. τους επόμενους μήνες.

Projects όπως είναι η προτεινόμενη τραπεζική ενοποίηση και οι προσπάθειες για πιο συνολική δημοσιονομική ενοποίηση, που στόχο έχουν να ξεπεραστεί η κρίση στη νομισματική ένωση -που όμως θα επηρεάσουν και τις χώρες εκτός του μπλοκ-, θα είναι στις αρχικές προτεραιότητες.

Τα εθνικά στρατηγικά συμφέροντα των χωρών της ευρωζώνης έχουν δημιουργήσει διαφορετικές απόψεις για τα projects αυτά και η διαμάχη πιθανότατα θα οδηγήσει σε καθυστέρηση του «ντεμπούτου» της τραπεζικής ένωσης για αρκετά μετά την προτεινόμενη ημερομηνία έναρξης του Ιανουαρίου 2013.

Ωστόσο, ένας ακόμα βαθύτερος διαχωρισμός υπάρχει μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης και των χωρών της Ε.Ε. που δεν έχουν ενταχθεί στο νομισματικό μπλοκ. Ορισμένες από αυτές είναι επιφυλακτικές σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή σε projects όπως η τραπεζική ένωση - η οποία, σύμφωνα με τις τρέχουσες προτάσεις, θα έχει μεγαλύτερο έλεγχο επί των τραπεζικών κανονισμών, όμως δεν θα δίνει στις χώρες μη μέλη της ευρωζώνης αυτό που αυτές θεωρούν αρκετή επιρροή στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων.

Οι χώρες της Ε.Ε. εκτός ευρωζώνης προσπαθούν να προσαρμοστούν στη νέα αυτή κατάσταση. Αν και ορισμένες από αυτές χρειάζονται να διατηρήσουν μια απόσταση από τις εξελίξεις στην ευρωζώνη, για στρατηγικούς λόγους, αντιμετωπίζουν την πιθανότητα να καταστούν «άσχετες» στις συζητήσεις για την ευρωπαϊκή πολιτική εάν επιλέξουν να αποφύγουν την περαιτέρω ενοποίηση της Ευρώπης.

Μια τέτοια περίπτωση είναι η Βρετανία.

Η σχέση της Βρετανίας με την ηπειρωτική Ευρώπη είναι περίπλοκη. Το Λονδίνο έχει μια διπλή στρατηγική, που περιλαμβάνει τη διατήρηση στενών δεσμών με τις ΗΠΑ, χωρίς όμως να απομακρύνεται και πολύ από τις ευρωπαϊκές υποθέσεις.

Το Λονδίνο προσπαθεί να βρει μια ισορροπία μεταξύ της προστασίας της κυριαρχίας της και της ανάπτυξης του ευρωπαϊκού project. Το 1992, η Βρετανία συμφώνησε να υπογράψει τη Συνθήκη του Μάαστριχτ που δημιούργησε την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά εξασφάλισε μια παραχώρηση που την εξαιρεί από την ένταξη στη νομισματική ένωση.

Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, το Λονδίνο προσπαθεί να εξασφαλίσει εξαιρέσεις και παραχωρήσεις σε κάθε νέα Ευρωπαϊκή Συνθήκη.

Η πολιτική ελίτ της Βρετανίας είναι επικριτική προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η γενική άποψη στη χώρα είναι ότι είναι ένας δωρητής-δίχτυ προστασίας για την Ευρωπαϊκή Ένωση (και ιδιαίτερα για τη γραφειοκρατία των Βρυξελλών).

Το Βρετανικό Κοινοβούλιο βλέπει συχνά με υποψία την ανωτερότητα της ευρωπαϊκής νομοθεσίας έναντι της βρετανικής. Η Βρετανία πολύ συχνά επικρίνει την Κοινή Αγροτική Πολιτική, που ουσιαστικά επιδοτεί αγροτικούς τομείς στην ηπειρωτική Ευρώπη, και την Κοινή Αλιευτική Πολιτική, που ουσιαστικά αναγκάζει τη Βρετανία να μοιραστεί τα αλιευτικά της ύδατα. Ωστόσο, το Λονδίνο υπερασπίζεται σθεναρά την κοινή αγορά, και το 48% του συνόλου των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών της χώρας κατευθύνεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Το Λονδίνο δεν έχει καταφέρει να μπλοκάρει τα πρόσφατα μέτρα που στόχο είχαν να βαθύνουν την οικονομική ενοποίηση εντός της Ευρώπης και η Γερμανία και η Γαλλία έχουν αποφασίσει να προχωρήσουν με τα μέτρα αυτά, παρά την έλλειψη της στήριξης από τη Βρετανία.

Τον Νοέμβριο του 2011, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε να προχωρήσει με το Δημοσιονομικό Σύμφωνο παρότι η Βρετανία αρνήθηκε να το υπογράψει. Προς το παρόν, η άρνηση του Λονδίνου να αποδεχθεί μια τραπεζική ένωση δεν θα αποτρέψει την εφαρμογή της ένωσης αυτής από τις χώρες μέλη της ευρωζώνης.

Λόγω των εξαιρέσεων αυτών, η Βρετανία είναι ένα από τα λίγα μέλη της Ε.Ε., μαζί με τη Δανία, που δεν απαιτείται μελλοντικά να ενταχθούν στο κοινό νόμισμα. Το Λονδίνο έχει ταχθεί κατά της τραπεζικής ένωσης από τότε που πρωτοπροτάθηκε. Ο Βρετανός πρωθυπουργός David Cameron δήλωσε πως δεν θα ζητήσει από τους Βρετανούς φορολογούμενους να επωμιστούν τα χρέη των προβληματικών τραπεζών της Ελλάδας και της Ισπανίας, τονίζοντας ότι «δεν είναι το νόμισμά μας».

Το Λονδίνο ανησυχεί επίσης μήπως η τραπεζική ένωση υπονομεύσει την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή. Πάντως, έχει πει ότι δεν θα φέρει αντίρρηση σε μέτρα που έχουν σχεδιαστεί για να επιλυθεί η κρίση της ευρωζώνης, όμως δεν είναι ξεκάθαρο το πώς ακριβώς θα χειριστεί αυτήν την εμφανή αντίφαση.

Η εγχώρια πολιτική κατάσταση

Το 2011, το Βρετανικό Κοινοβούλιο ενέκρινε την Πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο της οποίας οι νέες μεταβιβάσεις εθνικής κυριαρχίας στις Βρυξέλλες θα πρέπει να εγκρίνονται με δημοψήφισμα. Τώρα, ομάδα του Συντηρητικού Κόμματος πιέζει την κυβέρνηση Cameron να ζητήσει δημοψήφισμα για τη θέση της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η τακτική της συντηρητικής κυβέρνησης της Βρετανίας ευθυγραμμίζεται με τη μακροπρόθεσμη στρατηγική του Λονδίνου σε ό,τι αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η χώρα είναι επιφυλακτική απέναντι σε όποια μεταβίβαση κυριαρχίας στις Βρυξέλλες, όμως δεν ενδιαφέρεται να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Έτσι, μπορούμε να αναμένουμε συνεχείς βρετανικές αντιρρήσεις σε κάθε νέα ευρωπαϊκή συμφωνία ή συνθήκη, όμως είναι απίθανη μια επίσημη διάσπαση.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v