Fractal

Έφαγα τη μαμά.

του Γιάννη Φαρσάρη // *

 

fractal_summerΤη μέρα που πέθανε η μαμά δεν θα την ξεχάσω ποτέ. Μετά που τη θάψαμε και γύρισα σπίτι, έπεσα μπρούμυτα στο κρεβάτι που την είχαμε και άρχισα να κλαίω, μέχρι που σηκώθηκα και μάσησα μια τρίχα της που είχε κολλήσει στα χείλια μου από το μαξιλάρι. Είχε άσπρες τρίχες στα μαλλιά η μαμά, δεν ήθελε να τα βάφει κι ας ήταν μόλις πενήντα έξι. Μια άσπρη τρίχα της μαμάς στο στόμα μου ήταν ότι ζωντανό της μού είχε μείνει.

Κάθισα οκλαδόν, την έβαλα στη φούχτα μου και την έκλαιγα όλη νύχτα, κουνώντας τον κορμό μου μπρος – πίσω, μέχρι που ξημέρωσε και αποφάσισα ότι θέλω αυτήν την τρίχα να την έχω μαζί μου για πάντα. Σκέφτηκα να την τυλίξω στον καρπό μου σαν κομποσκοίνι, σκέφτηκα να την περάσω στο δάχτυλο σαν βέρα, μα τελικά αποφάσισα να την δέσω σφιχτά σε ένα δόντι μου. Σε ένα μπροστινό κάτω δόντι μου. Έτσι και έκανα. Έδεσα τον κόμπο διπλό ενισχυμένο από τη μέσα μεριά, κάτω από τη γλώσσα, για να μην φαίνεται.

Άσπρη τρίχα δεμένη σε άσπρο δόντι δεν ξεχώριζε κι εγώ χαρούμενος κουβαλούσα τη μαμά πάντα μαζί μου. Έτρωγε ότι έτρωγα, έπινε ότι έπινα, έβριζε όποιον έβριζα, φίλαγε όποια φίλαγα. Κι όταν την έφερνα στη σκέψη μου, χάιδευα με τη γλώσσα μου τον διπλό κόμπο και γελούσα. Όταν ο μπαμπάς και η αδερφή μου πήγαιναν στο τάφο και έκλαιγαν τη μαμά, εγώ τους έλεγα ότι δεν μπορώ να το αντέξω και δεν πήγαινα. Μα που να τρέχω τώρα στα μάρμαρα, όταν μπορούσα να κάνω έτσι τη γλώσσα μου και να της μιλήσω. Κι όταν έβγαινα, έπινα συνέχεια τζιν – τόνικ γιατί αυτό άρεσε στη μαμά να πίνει, πικρό μου φαινόταν στην αρχή αλλά το συνήθισα, όπως συνήθισε και η γλώσσα μου τον διπλό κόμπο, όπως συνήθισε κι ο μπαμπάς το άδειο διπλό κρεβάτι, όπως συνήθισε κι η αδερφή μου να πλένει τα ρούχα όλων μας.

Κι όταν φιλιόμουνα με γυναίκα, έγλειφα λίγο τη γλώσσα και λίγο τη μαμά, λίγο τη γλώσσα και πιο πολύ τη μαμά, για να καταλάβω άμα την εγκρίνει. Και το καταλάβαινα γιατί άμα δεν της άρεσε με τσίμπαγε άγρια, άμα της άρεσε με χάιδευε απαλά και μετά την ξεχνούσα τη μαμά και αφοσιωνόμουν στα μετά τα φιλιά.

Με την Ηρώ δεν ξεκίνησαν καλά τα πράγματα, γιατί από το πρώτο φιλί στο αυτοκίνητο με τσίμπαγε άγρια η μαμά. Κι όσο την ερωτευόμουν την Ηρώ τόσο πιο πολύ με τσίμπαγε η μαμά. Και τη βραδιά που το κάναμε με την Ηρώ στο σπίτι του Νώντα, συνέβη το μοιραίο. Έφαγα τη μαμά. Μόλις τελείωσα και ξάπλωσα ανάσκελα, έβαλα τη γλώσσα για να της μιλήσω και έλειπε η μαμά, την είχα καταπιεί. Δεν της άρεσε η Ηρώ καθόλου, το ήξερα. Όπως ήξερα από παιδί πως η γυναίκα που θα ερωτευτώ δεν θα άρεσε στη μαμά. Κι η Ηρώ μου άρεσε τόσο πολύ που δεν άντεξε η μαμά και αυτοκτόνησε, άλλωστε η ζωή της κρεμόταν από μια τρίχα.

Έκλαψα ανάσκελα στο κρεβάτι για το χαμό της μαμάς, αλλά μόλις με φίλησε η Ηρώ για να με ησυχάσει, της τράβηξα με δύναμη μια τρίχα από τα μαλλιά της και της ζήτησα να με παντρευτεί.

 

Giannis_Farsaris* Ο Γιάννης Φαρσάρης γεννήθηκε στην Ιεράπετρα το 1973 και ζει στο Ηράκλειο. Σπούδασε Επιστήμη Υπολογιστών στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και Εκπαίδευση Ενηλίκων στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο. Έχει δημιουργήσει την ανοικτή βιβλιοθήκη OPENBOOK και συμμετέχει στην ομάδα έκδοσης του περιοδικού Fractal. Το συλλογικό e-book “Δήγμα Γραφής» που επιμελήθηκε, αναδείχθηκε καλύτερο Συγγραφικό Έργο στα Ελληνικά Βραβεία Διαδικτύου 2011. Συμμετείχε για 4 έτη στην κριτική επιτροπή του διαγωνισμού διηγήματος ΛόγωΤέχνης και συνεργάστηκε με τη δημιουργική ομάδα El Roy για τη συγγραφή -σε συνεργατικό περιβάλλον wiki- μιας μαύρης κωμωδίας, που έχει ανέβει από 5 θεατρικές ομάδες. Το επόμενο βιβλίο του θα εκδοθεί έχοντας επιτύχει χρηματοδότηση μέσω crowdfunding.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top